Μήλης

Μήλης
Μῆλος
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Μήλης — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Εικάζεται ότι ήταν συνθέτης θρησκευτικών ύμνων. Η μνήμη του τιμάται στις 8 Μαΐου …   Dictionary of Greek

  • μήλης — μήλη probe fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μήλωση — η (Α μήλωσις) [μηλώ] εξέταση τραύματος με τη μήλη νεοελλ. φρ. «μήλωση τής μήτρας» η εξέταση τού βάθους τής μήτρας με ειδική βαθμονομημένη μήλη αρχ. η χρήση τής μήλης …   Dictionary of Greek

  • υπομηλαφώ — άω, Α εξετάζω σε βάθος με τη χρήση μήλης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + μηλαφῶ «εξετάζω χειρουργικά με τη μήλη»] …   Dictionary of Greek

  • μιμηλῆς — μιμηλάζω imitate fut ind act 2nd sg (doric) μῑμηλῆς , μιμηλός imitative fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”